μιγάδας

μιγάδας
μιγάς
mixed pell-mell
masc/fem acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • μιγάδας — ο και η, θηλ. και μιγάδα βλ. μιγάς …   Dictionary of Greek

  • μιγάδας — ο θηλ. μιγάδα 1. αυτός ο οποίος γεννήθηκε από γονείς που ανήκουν σε διαφορετικές φυλές. 2. (για ζώα), αυτό που προήλθε από διασταύρωση ειδών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • δευτερομιγής — ές (για ζώα) αυτός που προήλθε από δεύτερη μίξη («δευτερομιγής ίππος» αυτός που προέρχεται από τη μίξη ευγενούς και μιγάδας). [ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. δευτερομιγείς μαρτυρείται το 1898 από τον Έλληνα, ψευδώνυμο του Βλ. Γαβριηλίδη, στην εφημερίδα Ακρόπολις] …   Dictionary of Greek

  • μιγάς — και μιγάδας ο και η, θηλ. και μιγάδα (ΑΜ μιγάς, άδος, ὁ και ἡ) αυτός που είναι προϊόν ανάμιξης, αναμεμιγμένος, σύμμικτος («μιγάσιν Ἕλλησι βαρβάροις θ ὁμοῡ» Ευρ.) νεοελλ. 1. (βιολ. ανθρωπολ.) άτομο που προέρχεται από τη διασταύρωση δύο γενετικά… …   Dictionary of Greek

  • Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… …   Dictionary of Greek

  • κρεολός — ο θηλ. ή (λ. γαλλ.) 1. που γεννήθηκε στις άλλοτε ευρωπαϊκές αποικίες της Αμερικής και της Πολυνησίας από γονείς Ευρωπαίους. 2. άτομο που ο ένας από τους γονείς του είναι Ευρωπαίος και ο άλλος ιθαγενής, ο μιγάδας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”